Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

για σένα μιλούσαμε

  • 1 ты

    ты (тебя, тебе, тобой, тобою, о тебе) (ε)σύ; у тебя есть (нет)... έχεις (δεν έχεις)...· для тебя για σένα; это тебе? είναι για σένα; это принадлежит тебе αυτό σου ανήκει; я видел тебя в театре σε είδα στο θέατρο; я доволен тобой είμαι ευχαριστημένος από σένα; я пойду с тобой θα ρθω μαζί σου; мы говорили о тебе για σένα μιλούσαμε
    * * *
    (тебя, тебе, тобой, тобою, о тебе)

    у тебя́ е́сть (нет)... — έχεις (δεν έχεις)…

    для тебя́ — για σένα

    э́то тебе́? — είναι για σένα

    э́то принадлежи́т тебе́ — αυτό σου ανήκει

    я ви́дел тебя́ в теа́тре — σε είδα στο θέατρο

    я дово́лен тобо́й — είμαι ευχαριστημένος από σένα

    я пойду́ с тобо́й — θα ρθω μαζί σου

    мы говори́ли о тебе́ — για σένα μιλούσαμε

    Русско-греческий словарь > ты

См. также в других словарях:

  • λόγος — I Η ομιλία, η λαλιά του ανθρώπου ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας. Βλ. λ. γλώσσα. Λ. επίσης ονομάζεται η λογική. Βλ. λ. λογική. II (Μαθημ.). Ας είναι Α και Β δύο ομοειδή γεωμετρικά μεγέθη, για παράδειγμα, δύο ευθύγραμμα τμήματα· ενδέχεται φυσικά …   Dictionary of Greek

  • ότι — (ΑΜ ὅτι, Α επικ. τ. και ὅττι) (σύνδ.) 1. (ειδικός που εισάγει αντικειμενική πρόταση μετά από λεκτικά, δοξαστικά, αισθήσεως και γνώσεως σημαντικά ρήματα και συντάσσεται κυρίως με οριστική κάθε χρόνου) πως (α. «μού είπε ότι θα έλθει» β. «ᾔσθετο ὅτι …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»